ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑΣ
 

Κεραμική

Λαπηθιώτικα


Ξεχωριστή θέση στη λαϊκή αγγειοπλαστική παράδοση του τόπου αποτέλεσε η αγγειοπλαστική της Λαπήθου. Περιλαμβάνει τα γνωστά εφυαλωμένα αγγεία, άλλως ‘αλοιφτά’ ή Λαπηθ(κ)ιώτικα και θεωρούνται εξελιγμένης τεχνικής σε σχέση με όλα τα άλλα κέντρα αγγειοπλαστικής παράδοσης της Κύπρου. Χαρακτηριστικά γνωρίσματα είναι η χρήση ειδικού επιχρίσματος σε άσπρες και γήινες αποχρώσεις, χρωματισμένα με τα λεγόμενα γραλιάσματα σε πράσινο χρώμα. Η επάλειψη με διαφανές υάλωμα είναι πολύ χαρακτηριστική.
Η τεχνική κατασκευής τους προσομοιάζει με μεσαιωνικά πρότυπα. Σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, είναι σημαντικές οι μαρτυρίες από αρχαιολογικά ευρήματα και σπασμένα εφυαλωμένα αγγεία στα καμίνια της περιοχής. Από αυτά τα αγγεία που βρέθηκαν επιτόπου, φαίνεται ότι η Λάπηθος αποτέλεσε ένα από τα αγγειοπλαστικά κέντρα εφυαλωμένης μεσαιωνικής κεραμικής (Παπανικόλα-Μπακκίρτζη, 1989, 33). Πρόσφατα, αντίγραφα τους κατασκευάστηκαν στο πειραματικό εργαστήριο της Υπηρεσίας Κυπριακής Χειροτεχνίας, εκτέθηκαν σε Έκθεση Λαϊκής Τέχνης της Λαπήθου τον Μάιο 2005.
Οι αγγειοπλάστες της Λαπήθου, για την κατασκευή των αγγείων τους, όπως και στην αγγειοπλαστική του Βαρωσιού, χρησιμοποιούσαν για την κατασκευή της φόρμας των αγγείων τον ποδοκίνητο τροχό κεραμικής. Αργότερα αντί της κίνησης του τροχού με το πόδι χρησιμοποιούσαν το ηλεκτρισμό.
Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και εξέλιξη της αγγειοπλαστικής της Λαπήθου συνέβαλε και η χρήση ειδικών πρώτων υλών που απλόχερα προμηθεύονταν από τις γύρω περιοχές. Το χώμα το έπαιρναν από την περιοχή ‘Λαϊνάς’ έξω από την Λάπηθο. Το επεξεργάζονταν, το έπλεναν και το καθάριζαν με την χρήση νερού σε δεξαμενές. Το ειδικό λευκό επίχρισμα τον ‘πατανά’ τον έπαιρναν από περιοχές της γειτονικής κοινότητας Βασίλειας και την περιοχή Αγ. Χρυσοστόμου, κοντά στη Κυθραία. Το υάλωμα και το χρώμα το επεξεργάζονταν και το κατασκεύαζαν οι ίδιοι αγγειοπλάστες με κύρια συστατικά τον πυριτόλιθο και τον μόλυβδο. Θέλοντας να δώσουν χρώμα στο υάλωμα, χρησιμοποιούσαν άλλα συστατικά όπως τη σκουριά από χαλκό για το πράσινο.
Επίσης για τα κίτρινα χρώματα χρησιμοποιούσαν το θειικό σίδηρο (το καλαγκάθι). Πολλές φορές, ανάλογα με το γούστο του καθενός, πρόσθεταν μαύρο ή κόκκινο πηλό για να δώσουν τις αποχρώσεις που ήθελαν. Χαρακτηριστικά κατάλοιπα της Βυζαντινής κεραμικής που χρησιμοποιούνται διαχρονικά μέχρι τις μέρες μας είναι η χρήση του πατανά και τα πράσινα ή κίτρινα γραλιάσματα με τα οποία πετύχαιναν το πιτσίλισμα των αγγείων πάνω στο λευκό επίχρισμα του αγγείου. Τα εφυαλωμένα σκεύη της Λαπήθου κάλυπταν τις ανάγκες της Κύπρου όχι μόνο στις πόλεις αλλά και στην ύπαιθρο σε αγγεία καθημερινής χρήσης. Περιελάμβαναν κούπες, πιάτα μπότιδες, φίζες σύκλες και άλλα είδη για καθημερινή χρήση και φύλαξη των προϊόντων τους όπως ελιές, λάδι και χαλούμια.
Παράλληλα με την εφυαλωμένη κεραμική, κατασκεύαζαν και είδη για τη λαϊκή κατοικία όπως κεραμίδια, σωλήνες, γλάστρες. Σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη της αγγειοπλαστικής τέχνης της Λαπήθου συνέβαλε και η κάθοδος αγγειοπλαστών από τη Μικρά Ασία κατά τις πρώτες δεκαετίες του προηγούμενου αιώνα. Χαρακτηριστική ήταν η χρήση εγχάρακτης τεχνικής στον πατανά και η ειδική χρήση χρωμάτων με πινέλο για τη δημιουργία ανθεμωτών μοτίβων κάτω από το υάλωμα.
Κατά την εποχή των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, όταν όλες οι εισαγωγές αναστάληκαν με ειδική επίταξη, οι αγγειοπλάστες εργάστηκαν για τη παραγωγή χιλιάδων εφυαλωμένων αγγείων για ντόπια κατανάλωση. Τότε η χρησιμοποίηση των αγγείων στην κυπριακή αγορά ήταν πολύ μεγαλύτερη και η ανάπτυξη της ραγδαία.
Αργότερα με τον εκτοπισμό όμως των κατοίκων της Κύπρου από τις εστίες και τα εργαστήρια τους το 1974, τα μεγαλύτερα κέντρα αγγειοπλαστικής παράδοσης της Λαπήθου και του Βαρωσιού εγκαταλείφθηκαν. Με την εγκατάσταση τους στις ελεύθερες περιοχές του νησιού πολλοί από τους αγγειοπλάστες αναγκάστηκαν να σταματήσουν τις εργασίες τους γιατί έχασαν όχι μόνον τα εργαστήρια και τον απαραίτητο εξοπλισμό τους αλλά και τις πηγές από όπου προμηθεύονταν τις πρώτες ύλες για την παραγωγή τους. Μερικοί από αυτούς με την πάροδο του χρόνου δημιούργησαν νέα εργαστήρια στις ελεύθερες περιοχές.
Η Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, μέσα στα πλαίσια των δραστηριοτήτων της συνέβαλε στο δύσκολο έργο της επαναδραστηριοποίησης των εκτοπισμένων αγγειοπλαστών με την κατάρτιση και εφαρμογή ειδικών αναπτυξιακών προγραμμάτων με στόχο την καθοδήγηση και παροχή τεχνικής βοήθειας, την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση οικοτεχνών, παροχή υποτροφιών σε θέματα αγγειοπλαστικής σε νέους, οργάνωση παραγωγής, έλεγχο, διάθεση, προώθηση των κυπριακών χειροτεχνημάτων, συνεισφέροντας έτσι στον τομέα της χειροτεχνίας και της εθνικής οικονομίας της Κύπρου











Back To Top